Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Ξενοφοβία


Το σήμα κατατεθέν του πατέρα μου ήταν πάντα το χοντρό του μουστάκι. Στη δεκαετία του ‘50, όταν πήγε στη Γερμανία να δουλέψει, μετά από λίγο καιρό ο προϊστάμενος στο εργοστάσιο του είπε:
 
«Ή τη δουλειά ή το μουστάκι. Διάλεξε ποιο από τα δύο θες να χάσεις».
 

 
Την εποχή εκείνη υπήρχαν πολύ λίγοι ξένοι κι ακόμη λιγότεροι ξένοι με μουστάκι. Όταν θέλησε να μάθει τον λόγο, του είπαν ότι οι Γερμανοί συνάδελφοι τον βλέπουν και τρομάζουν. Ο πατέρας μου ήξερε καλά τι θα πει τρόμος. Είχε ζήσει τη σφαγή της Σμύρνης, είχε ζήσει το Αλβανικό Μέτωπο, τον Εμφύλιο, τη φτώχεια, την ανεργία, δεν ήθελε λοιπόν να τρομάζει τους ανθρώπους. Το ξύρισε. Τώρα όμως, τρόμαξε ο ίδιος και σε ένα μήνα το ξανάφησε. «Ας με διώξουν», είπε. «Δεν θα μου λεν οι Γερμανοί πώς να ξυρίζομαι».

 


 Δεν τον έδιωξαν, γιατί είχαν προλάβει να δούνε όλοι πως δίχως εκείνες τις τρίχες ήταν κι αυτός ένας συνηθισμένος άνθρωπος σαν τους ίδιους και δεν υπήρχε λόγος να τον φοβούνται. Είχαμε προλάβει όμως κι εμείς να διαπιστώσουμε γιατί οι γείτονές μας Γερμανοί δεν καλημέριζαν την καλημέρα μας. Μας φοβούνταν. Εμείς φοβόμασταν αυτούς κι αυτοί εμάς.
 
 
Όταν μπαίναμε στο μπακάλικο να ψωνίσουμε, ο μπακάλης βιαζόταν να ξεμπερδεύει μαζί μας και, αν τύχαινε κανένας γείτονας να 'ρχεται από απέναντι, άλλαζε καλού κακού πεζοδρόμιο. Οι ποσότητες των τροφίμων που αγοράζαμε, τον είχαν τρομάξει και το είχε διαδώσει παντού. Άλλωστε μας έβλεπαν όλοι που γυρίζαμε καταφορτωμένοι. Αφού πεινούσαμε τόσο, γιατί να μη φάμε και άνθρωπο; Πού ξέρανε με τι τρεφόμασταν εκεί απ’ όπου ήρθαμε; Δυο βήματα παρακάτω ήταν η Αφρική, μπορεί κι ένα βήμα. Γιατί λοιπόν να μην καταβροχθίζουμε κι ανθρώπους; Εδώ που τα λέμε, ίσως και να το κάναμε αν δεν είχαμε τη δουλειά μας και δε χορταίναμε απ’ αυτήν.


 
 
Ο δρόμος που έμεναν οι γονείς μου ήταν ένας εργατικός δρόμος που σπάνια συναντούσες άνθρωπο. Ολημερίς βρίσκονταν κλεισμένοι στα εργοστάσια, ολοβραδίς μπρος στην τηλεόραση κι ολονυχτίς κοιμούνταν. Όποιος έκανε κάτι έξω απ' αυτά, ήταν ύποπτος.
 
 
Οι συμπατριώτες μας, που έρχονταν από μακριά να γιορτάσουμε τις άγιες μέρες, τους τρόμαζαν και τους πανικόβαλλαν. Παρακολουθούσαν πίσω από τις κουρτίνες τα αυτοκίνητα που κατέφθαναν γεμάτα οικογένειες, ταψιά και τεντζερέδες, και δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι συμβαίνει.
 
 
 
 
Για εκείνους ήταν άγριες μέρες και δεν ησύχαζαν, ώσπου ν' ακούσουν τα αυτοκίνητα να φεύγουν. Ρωτούσαν τον σπιτονοικοκύρη μήπως υπήρχε καμιά κρυφή ταβέρνα μες στο σπίτι του και ποιος πληρώνει όλα τούτα τα φαγιά. Εκείνος φοβόταν πιο πολύ απ’ όλους, γιατί είχε καταντήσει να 'ναι ξένος μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Μόνο η δική του οικογένεια ήταν γερμανική κι ούτε ήξερε μέχρι πότε θα εξακολουθούσε να 'ναι.
 

  Μέσα στο αχούρι του ζούσαν άλλες δυο οικογένειες αλλοδαποί, μία ιταλική και μια ακόμα ελληνική. Οι μόνοι gastarbeiter σ' ολόκληρη την περιοχή. Όλοι αυτοί ανεβοκατέβαιναν τις σάπιες σκάλες που χρησιμοποιούσαν η γυναίκα του και τα παιδιά του, μπαινόβγαιναν στο ίδιο αποχωρητήριο της αυλής με ξεκούμπωτα πουκάμισα και λυμένα ζωνάρια και ανοιγόκλειναν την ίδια πόρτα, που πίσω της ποτέ δεν ήξερες τι σε περιμένει.
 
 
Τα 'λεγε όλα αυτά στους γείτονες, όταν τον κατηγορούσαν πως έφερε μες στα πόδια τους τούς αγριωπούς και πεινασμένους αγνώστους για μία χούφτα μάρκα. Προσπαθούσε να τους πείσει, ότι τα κεφαλάκια και τα έντερα που έβλεπαν να κουβαλάνε οι νοικάρηδές του, προέρχονταν από αρνάκια που αγόραζαν κανονικά από τα σφαγεία κι όχι από σφαγμένους Γερμανούς.
 
 
Τι να πει κι ο ίδιος, που τα παιδιά του τού μιλούσαν ήδη λέξεις ακαταλαβίστικες και τρώγανε όλ’αυτά τα σκατά; Το σπίτι του βρωμοκοπούσε σκόρδο χωρίς να το βάζει στο στόμα του. Όπως κι εκείνοι, μισούσε το σκόρδο κι όμως ήταν αναγκασμένος ν’ανέχεται τη μπόχα του, για να μπορεί ν’αγοράζει τα λουκάνικα που τόσο αγαπούσε.


 
 
Η κόρη του αγάπησε το σκόρδο, επειδή προηγουμένως αγάπησε τον Έλληνα που το 'τρωγε. Όταν περνάω από την Κολονία, πηγαίνω και τους βλέπω. «Το καλοκαίρι θα 'ρθω στην Ελλάδα», μου λέει κάθε φορά ο παλιός μου σπιτονοικοκύρης. «Ο εγγονός μου μαθαίνει ελληνικά». Ποτέ δεν ήρθε. Και γιατί να ’ρθει άλλωστε; Η Ελλάδα πήγε κοντά του.







Αντώνης Σουρούνης

Από το βιβλίο «Κυριακάτικες Ιστορίες»
Καστανιώτης, 2002
 

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2013

Petit Paris d' Athènes


300 εθελοντές καλλιτέχνες, δημιουργοί και άνθρωποι του πνεύματος, σε 30 επιλεγμένα σημεία (δρόμοι, πλατείες, θέατρα, μουσεία, πινακοθήκες, μουσικά καφενεία και άλλοι εναλλακτικοί χώροι).

12 θεατρικές παραστάσεις, 30 συναυλίες, 3 βαριετέ, 9 εικαστικές και φωτογραφικές εκθέσεις, 10 διαλέξεις και πολλές ανοιχτές συζητήσεις πνευματικών ανθρώπων έρχονται να φωτίσουν μια από τις πιο "σκοτεινές" και υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας.

Είναι το πολυ-φεστιβάλ καλλιτεχνικής έκφρασης "Petit Paris d’ Athenes", εντοπισμένο στην ευρυτέρη περιοχή του κέντρου των Αθηνών όπου υπάρχουν πολλοί δρόμοι με Γαλλικά ονόματα.


 
 


ΟΜΑΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ «Το μικρό Παρίσι των Αθηνών»

ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΩΔΕΙΟ (Μαιζώνος 8, Πλατεία Βάθη)
Ώρες λειτουργίας: 12.00 - 14.00 και 17.00 - 20.00

Συμμετέχουν:

Καλλιανίδης Νικόλας
Καλομοίρης Coupé Εμμανουήλ
Tαμβάκος Ευάγγελος
Χριστογεωργάκης Γιώργος
Χρυσικού Ελένη-Μαρία

ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΜΑ (Αγ. Κωνσταντίνου & Ακομινάτου 15-17)
Ώρες λειτουργίας: 12.00 - 14.00 και 17.00 - 20.00

Συμμετέχουν:

Βαρδάκα Κέλλη
Γαϊτάνης Χρήστος
Μανικάκης Αλέξανδρος
Πανώριος Θόδωρος



 

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Ἑνὸς λεπτοῦ σιγή




Ἐσεῖς ποὺ βρήκατε τὸν ἄνθρωπὸ σας

κι ἔχετε ἕνα χέρι νὰ σᾶς σφίγγει τρυφερά,

ἕναν ὦμο ν᾿ ἀκουμπᾶτε τὴν πίκρα σας,

ἕνα κορμὶ νὰ ὑπερασπίζει τὴν ἔξαψή σας,
 


κοκκινίσατε ἄραγε γιὰ τὴν τόση εὐτυχία σας,

ἔστω καὶ μία φορά;

Εἴπατε νὰ κρατήσετε ἑνὸς λεπτοῦ σιγή

γιὰ τοὺς ἀπεγνωσμένους;
 
 




 
Ντίνος Χριστιανόπουλος
ἀπὸ τὸν "Ἀνυπεράσπιστο Καημό"
 
 
 

Σάββατο 27 Απριλίου 2013

Ομνύω



Ομνύω στην οδό τον μαρτυρίου.

Στις ακακίες που τη φράζουν

μη σωριαστεί στον ουρανό.

Σε κάθε ενσαρκωμένη τρυφερότητα

που κατοικεί σ’ αυτό το δρόμο

και πιο πολύ σε μια γυναίκα.

Στον τυχερό ψιλικατζή

που σίγουρα τη βλέπει κάθε μέρα

ανυποψίαστος γι’ αυτή την εύνοια

και για τα μαγικά τσιγάρα που πουλάει.

Στον αναθρώσκοντα καπνό τους

τη βλέπω να ’ρχεται κρατώντας τα κλειδιά

και ν’ ανεβαίνει στο μυαλό μου νωτιαία

με τον υδράργυρο του ασανσέρ.

Ομνύω στην οδό του μαρτυρίου.

Στις ακακίες που φυσάνε

ν’ αναληφθεί στους ουρανούς.



Έτσι αγιάζουνε οι δρόμοι τι νομίζεις

έτσι τιμούμε τις αγαπημένες.

Χωρίς αγάλματα και προτομές

μην καταθέτοντας ποτέ

τ’ ακάνθινα στεφάνια.

Εσταυρωμένοι σ’ όλες τις πλατείες

σαν λυπημένοι πολιούχοι.







Μιχάλης Γκανάς
Παραλογή - 1993


 

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Έρωτας



Νὰ σοῦ γλείψω τὰ χέρια, νὰ σοῦ γλείψω τὰ πόδια –


ἡ ἀγάπη κερδίζεται μὲ τὴν ὑποταγή.


Δὲν ξέρω πῶς ἀντιλαμβάνεσαι ἐσὺ τὸν ἔρωτα.


Δὲν εἶναι μόνο μούσκεμα χειλιῶν,


φυτέματα ἀγκαλιασμάτων στὶς μασχάλες,


συσκότιση παραπόνου,


παρηγοριὰ σπασμῶν.


Εἶναι προπάντων ἐπαλήθευση τῆς μοναξιᾶς μας,


ὅταν ἐπιχειροῦμε νὰ κουρνιάσουμε σὲ δυσκολοκατάχτητο κορμί.








Ντίνος Χριστιανόπουλος



 

Κυριακή 3 Μαρτίου 2013

Υστερόγραφο σε μια ανάγνωση 2

 
με τον τρόπο της Κ.Δ.
 
 
 
Πίνοντας έρχεται η δίψα τι νομίζεις;
Πίνοντας πίκρες συνήθως μονορούφι
πίνοντας γλύκες με κουταλάκι του γλυκού
-γιατί ο φόβος του πνιγμού
φυλάει τα εύθυμα ανέκαθεν.
Πίνοντας το νερό της λησμονιάς.
(Ποιά βρύση να το κάνει;)
Πίνοντας τέλος τ' αμίλητο κρασί.
 
Άκου - τίποτε τόσο αμίλητο
όσο το μιλημένο.
Τόσο μουγγό κι ανόητο και ηττημένο
πως τά 'πε όλα τάχαμου
πως τά 'βγαλε από μέσα του
ενώ μπορεί να τά 'βγαλε απλώς απ'το μυαλό του.
 
 
 
 
 
 
Μιχάλης Γκανάς
Άψινθος
Μελάνι - 2012

 

Σάββατο 2 Μαρτίου 2013

Αυτοί παιδί μου δεν

 
 
Αυτοί παιδί μου δεν
δεν σου χαρίζουν ούτε τη νύστα τους
όλο δεν και δεν και δεν-
τρο δεν φύτεψαν τα χέρια τους
δεν χάιδεψαν σκυλί γατί πουλάκι πληγωμένο
γυναίκα άσχημη και στερημένη
αυτοί παιδί μου δεν
δεν δίνουν τ'Αγγέλου τους νερό
δεν άκουσαν ποτέ
ανάκουστο κιλαϊδισμό και λιποθυμισμένο
δεν έπιασαν με τα ρουθούνια τους
το άοσμο άνθος του θανάτου
 
 
 
 
δεν είδαν -κατάργησαν τα μάτια τους-
μια πιπεριά να γίνεται λιμπελούλα
αυτοί παιδί μου δεν
δεν ξέρουν ν'αγαπούν
ξέρουνε μόνο ν'απαιτούν
περισσότεραπερισσότεραπερισσότεραπερί-
που έτσι γράφεται το μέλλον μας.
 
 
 
 
 
Μιχάλης Γκανάς
Άψινθος
Χαμάμ, 1.3.2013
 
 
 

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Sales Terriens . . .



Η καμπίνα του ασυρμάτου βουίζει από τ’ ατμοσφαιρικά. Τα πνίγει μόνον η τσιμινιέρα που κλαίει. Δεν μπορείς να σταθείς από το θόρυβο και τη ζέστη.





Κάθεται μπροστά στο δέκτη, με τους αγκώνες ακουμπισμένους στο τραπέζι και τις παλάμες στα μάτια. Ο δέκτης μιλάει τη γλώσσα του. Ίσαμε είκοσι καράβια που δουλεύουν κι ακούγονται από πεντακόσια μίλια, οι σταθμοί στ’ ακρογιάλια.


 
 
de VJR …  XXX man overboard … approximate position …
please all ships in vicinity keep sharp look out.




Το ’γραψε στο ημερολόγιο. Χαμογέλασε πικρά. Keep sharp look out. Νύχτα και πούσι. Και μέρα να’ τανε, τρέχα γύρευε. Ψηλοκρεμαστός πήγε στο στόμα του καρχαρία. Η μοίρα του ναύτη. Ένας μας ακολούθησε από το Suez ίσαμε το Aden. Άλλος από το Aden ως το Colombo. Και τούτος που τώρα μας παραστέκει, για να μας αφήσει έξω από το Σαντούν, και πεινάει, μας διπλάρωσε στο Sabang.




«Και πώς το ξέρετε πως αλλάζουν από σκάλα σε σκάλα, μου ‘πε κοροϊδεύοντας ένας στεριανός. Τους ξεχωρίζετε από τη γραβάτα;»


Κακομοίρη… Όπως εσύ γνωρίζεις από μακριά το τραμ που θα σε ταξιδέψει στο σπίτι σου.




Νίκος Καββαδίας - Βάρδια
Μέρος Δεύτερο - Βάρδια 6η
"Sales Terriens . . ."  σελ. 98

 

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Unless



[...]

unless it comes out of
your soul like a rocket,
unless being still would
drive you to madness or
suicide or murder,
don't do it.
unless the sun inside you is
burning your gut,
don't do it.

when it is truly time,
and if you have been chosen,
it will do it by
itself and it will keep on doing it
until you die or it dies in you.

there is no other way.

and there never was.





Charles Bukowski
(So you want to be a writer?)


Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Πάνω κάτω η Πατησίων

 
[...]
 
Ξεσκισμένες αφίσσες.
 
Πάνω κάτω. Πάνω κάτω, η Πατησίων.
 
Η ζωή μας είναι η Πατησίων.
 
[...]


 

 
 
 
 
 
 
Κατερίνα Γώγου
 
 
 

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Μια φωτογραφία για την Πατησίων

 





19 Ιανουαρίου – 19 Φεβρουαρίου


Το Αθηναϊκό Καλλιτεχνικό Δίκτυο, ο Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ) και ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών συνδιοργανώνουν μια ανοιχτή έκθεση φωτογραφίας σε βιτρίνες άδειων καταστημάτων του ιστορικού δρόμου της Αθήνας, στην διαδρομή από την Λεωφόρο Αλεξάνδρας έως την πλατεία Αμερικής, στα πλαίσια του ετήσιου πολιτιστικού προγράμματος του Αθηναϊκού καλλιτεχνικού δικτύου ''η Πατησίων μας''.

Συμμετέχουν με φωτογραφικό αρχειακό υλικό :

η ΕΡΤ,
το ΕΛΙΑ ΜΙΕΤ (Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο - τμήμα του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης),
το μουσείο Μπενάκη,
το τμήμα Συλλογής Έργων Τέχνης της Alpha Bank και το μουσείο Σπύρου Βασιλείου,
και ο φωτογράφος Διονύσης Πετρουτσόπουλος.

Συμμετέχουν με νέες σύγχρονες φωτογραφίες, 30 φωτογράφοι και η ομάδα ''φωτογραφικοί παράλληλοι''.

Η επιλογή των φωτογραφιών έγινε από τριμελή επιτροπή που συστάθηκε από τους:

 - Μάριο Σπηλιόπουλο (εικαστικός, καθηγητής της ΑΣΚΤ, ιδρυτικό μέλος του Athens art network)
 - Mάριο Στρόφαλη (μουσικοσυνθέτης, καθηγητής της ΑΚΤΟ, συντονιστής του Αthens art network)
 - Σαλώμη Παπαδοπούλου (γραφίστρια, στέλεχος του ΟΠΑΝΔΑ), η οποία έκανε και την γραφιστική επεξεργασία.

Οι φωτογράφοι που επελέγησαν είναι οι εξής:

Aντιγόνη Χρυσανθοπούλου, Γιώργος Χριστογεωργάκης, Παναγιώτης Τσίκος, Αλεξία Ψαραδέλη, Κώστας Τρούλος ,Bram Van Meervelde, Hλίας Λιατσόπουλος, Κατερίνα Ψαραδέλλη, Χρήστος Γαϊτάνης, Sophio Berekashvili, Ελένη Φύλα, Κοτσαμπουγιούκης Νικόλαος, Σταματίνα Ευσταθίου, Γιώργος Θάνος, Νίκα Νικολοπούλου, Αλέξανδρος Τρίμπος, Μαρία Καππάτου, Σοφία Καρούμπα, Ειρήνη Κουρζάκη, Γιαννης Φίλανδρος, Λαλαούνης Χρήστος, Νίκος Τεντόμας, Τρύφων Πλιατσικούρης, Δημήτρης Παπαδάκος, Βασίλειος Χειράκης, Κωνσταντίνα Βαγενά και Αγγελική Μαϊπά.

Το πρόγραμμα υποστηρίζουν η Ένωση πολιτών πλατείας Καλλιγά, η ομάδα πολιτών
''η Κυψέλη μας'' , ο Εμπορικός σύλλογος ''Αλυσίδα'' και άλλοι τοπικοι φορείς.

 
 
 
 
 
 
 
Λίστα με τα μέχρι στιγμής καταστημάτα, φωτογράφους και φωτογραφικά αρχεία
 
 
 
Πατησίων 71

εκθέτουν

Γιώργος Χριστογεωργάκης
 Παναγιώτης Τσίκος
Κώστας Τρούλος
Μουσείο Μπενάκη (Φωτογραφικό αρχείο)
 
 
Πατησίων 99 (πρώην Blue Cafe)

εκθέτουν οι

Διονύσης Πετρουτσόπουλος (Κ. Γώγου)
Ηλίας Λιατσόπουλος
Τρύφων Πλιατσικούρης
Νίκος Τεντόμας
Κώστας Τρούλος
Μαρία Καππάτου
Αλεξία Ψαραδέλλη
Αντιγόνη Χρυσανθοπούλου
 
 
Πατησίων 99 (πρώην στοά)

εκθέτουν

Κωνσταντίνα Βαγενά
Βασίλειος Χειράκης
Χρήστος Λαλαούνης
 
Πατησίων 135

εκθέτουν

Αντιγόνη Χρυσανθοπούλου
Σταματίνα Ευσταθίου
 
 
Πατησίων 178 (πλ. Αμερικής)

εκθέτουν οι

Χρήστος Λαλαούνης
Αντιγόνη Χρυσανθοπούλου
Αγγελική Μαϊπά
Μαρία Καππάτου
Παναγιώτης Τσίκος
Αλέξανδρος Τρίμπος
 
 
Πατησίων 228 (πλ. Κολιάτσου)

εκθέτει

Μουσείο Μπενάκη (Φωτογραφικό αρχείο)
 
 
Φωκίωνος Νέγρη 2

εκθέτουν

ΕΛΙΑ ΜΙΕΤ (Φωτογραφικό αρχείο)
Μουσείο Μπενάκη (Φωτογραφικό αρχείο)
Κατερίνα Ψαραδέλλη
 
 
Φωκίωνος Νέγρη 3

εκθέτει

Μουσείο Σπύρου Βασιλείου-
Πολιτιστικό τμήμα Alpha Bank
 
 
Φωκίωνος Νέγρη 6

εκθέτουν

ΕΛΙΑ ΜΙΕΤ (Φωτογραφικό αρχείο)
Sophio Berekashvili