Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2015

Γεγονότα



Μόνη, ἐντελῶς μόνη,
περπατῶ στὸ δρόμο
καὶ πέφτω πάνω σὲ μεγάλα γεγονότα:
Ὁ ἥλιος σὰν ἐπειγόντως νὰ ἐκλήθη ἀπὸ τὴ Δύση
ἀφήνοντας ἡμιτελὲς τὸ δειλινό...

Σὲ λίγο ἡ νύχτα,
κρατώντας τοὺς ἀμφορεῖς τοῦ μυστηρίου,
τῶν ἰδιοτήτων της ἐπαίρετο,
ὅταν τὸ ρεμβῶδες μάτι της, τὸ φεγγάρι,
ἕνα ἀπρόδεκτο, λαθραῖο σύννεφο, πάτησε
καὶ τὴν τύφλωσε.

Τοῦ ἀτυχήματος τούτου
ἐπωφελήθηκε
κάποιος παράξενος κατάσκοπος
-τὸ μεσονύχτιο ὑποπτεύονται-
τὸ σύμπαν πυροβόλησε
καὶ τὸ ἄφησε ἀκίνητο...

Μετὰ ἀπὸ τέτοια γεγονότα,
τὸ γεγονὸς πὼς εἶμαι πάλι μόνη
παρελείφθη.









 
Κική Δημουλά









Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

Ο πληθυντικός αριθμός







Ὁ ἔρωτας,
ὄνομα οὐσιαστικόν,
πολὺ οὐσιαστικόν,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ,
γένους οὔτε θηλυκοῦ, οὔτε ἀρσενικοῦ,
γένους ἀνυπεράσπιστου.
Πληθυντικὸς ἀριθμὸς
οἱ ἀνυπεράσπιστοι ἔρωτες.

Ὁ φόβος,
ὄνομα οὐσιαστικὸν
στὴν ἀρχὴ ἑνικὸς ἀριθμὸς
καὶ μετὰ πληθυντικὸς
οἱ φόβοι.
Οἱ φόβοι
γιὰ ὅλα ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.

Ἡ μνήμη,
κύριο ὄνομα τῶν θλίψεων,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
μόνον ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
καὶ ἄκλιτη.
Ἡ μνήμη, ἡ μνήμη, ἡ μνήμη.

Ἡ νύχτα,
Ὄνομα οὐσιαστικόν,
Γένους θηλυκοῦ,
Ἑνικὸς ἀριθμός.
Πληθυντικὸς ἀριθμὸς
Οἱ νύχτες.
Οἱ νύχτες ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.






Κική Δημουλά





Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

Σχόλιο για το σχηματισμό των μαζών



Κάποιοι είναι νέοι, απλώς·
κάποιοι είναι γέροι, απλώς
και κάποιοι κάπου ανάμεσα·
αυτό μονάχα.

Αν ντύνονταν οι μύγες
και τα κτήρια καίγονταν
με φλόγες χρυσές,
αν οι ουρανοί χορεύαν το χορό
της κοιλιάς,
κι όλες οι Ατομικές βόμβες άρχιζαν
να κλαίνε,

κάποιοι θα ήταν νέοι, απλώς·
κάποιοι θα ήταν γέροι, απλώς
και οι υπόλοιποι το ίδιο,
οι υπόλοιποι το ίδιο.

Οι διαφορετικοί
απομακρύνθηκαν εγκαίρως
από την αστυνομία, από τις μάνες τους,
από τ'αδέλφια τους, από τους άλλους:
από τους ίδιους τους τους εαυτούς.
Βλέπεις μονάχα ό,τι
έχει απομείνει:
είναι φοβερό.








Charles Bukowski
Η αγάπη είναι ένας σκύλος απ'την κόλαση


Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2015

Στης γοργόνας το φτερό




Ώρες αργόσυρτες σαν φορτωμένα κάρα,
απ’ τα ηχεία ψιχαλίζει μια κιθάρα.
Φύτρωσαν κάκτοι και λωτοί στην κορδιλιέρα,
κι εσύ κλειστός σε μια καμπίνα φεύγεις πέρα.

Οι έρωτες σου καρυδότσουφλα στο κύμα,
μα στον ασύρματο καιρό δεν πέφτει σύρμα.
Ο τόπος σου σ’ ακολουθεί όπου κι αν πας,
σ’ ένα παιχνίδι για χαμένους ξενυχτάς.

Άστρο του Ωρίωνα, φεγγάρι του Τοξότη,
είπαν μια άγνωστη φωτιά σ’ έχει δεσμώτη.
Που δεν τη σβήνουν χίλια κολασμένα μπάρκα,
μα στης γοργόνας το φτερό η αιώνια τσάρκα.

Στον Ινδικό πλοία παλιά φουνταρισμένα,
ιθαγενείς μασάνε φύλλα ξεραμένα.
Και για μουσώνες σου μιλούν στο νότιο σέλας,
ναύτες που πέρασαν τα σύνορα της τρέλας.

Μια σούπα ο κόσμος και ο νους τρύπιο κουτάλι,
κι εσύ στης θάλασσας για πάντα την αγκάλη.
Δακρύζεις κήπους με παράξενα λουλούδια,
για μάτια πρόστυχα κεντάς άγια τραγούδια.

Κι εγώ που ξέχασα ποιος είμαι που πηγαίνω,
λαθρεπιβάτης σ’ ένα πλοίο παροπλισμένο.
Απόψε σ’ άκουσα να λες απ’ τα ηχεία,
για να χαράξεις μες στο πουθενά πορεία,
χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.






Άλκης Αλκαίος